Γράφει ο Νίκος Αρβανίτης
Η κορυφαία παρακρατική δομή ΑΣΕΤΜΔΘ , σύλλογοι τουρκοφρόνων, φιλοπροξενικά ενεργούμενα και τουρκόφωνα μειονοτικά μέσα ενημέρωσης ερμηνεύουν κατά το δοκούν την απόφαση του ΕΔΑΔ στην υπόθεση 34724/18 δημιουργώντας μία στρεβλή εικόνα στην Μειονότητα σε συνδυασμό με τις πρόσφατες δηλώσεις του Τ/ΥΠΕΞ και τα συμπεράσματα του Διακήρυξης της Κωνσταντινούπολης στην Σύνοδο των Ισλαμικών Χωρών.
Τί ακριβώς συμβαίνει;
Αντί Εισαγωγής
Η διαχρονική στρατηγική της Τουρκίας ήταν, όπως προκύπτει εκ του αποτελέσματος, η πλήρης ανατροπή της πληθυσμιακής αριθμητικής ισορροπίας μεταξύ των μειονοτικών πληθυσμών στις δύο χώρες, βασικό χαρακτηριστικό του πνεύματος της Λωζάννης.
Σε αυτό συνέβαλε και η στάση των Ελληνικών Κυβερνήσεων που δεν έλαβαν κανένα μέτρο εξισορρόπησης παρά τις συνεχείς πιέσεις και διωγμούς των Ελλήνων της Τουρκίας και παρά την παραβίαση σημαντικών εδαφικών διατάξεων της Συνθήκης της Λωζάννης.
Από το στρατηγικό βάθος του Αχμέτ Νταβούτογλου μέχρι τα οράματα του παντουρανισμού και του παντουρκισμού η νέα στρατηγική μέθοδος της γείτονος εντοπίζεται στην δράση παρακρατικών εθνικιστικών οργανώσεων που εργαλειοποιούν μειονοτικούς πληθυσμούς προκειμένου να εξυπηρετηθούν νέα γεωπολιτικά σχέδια. Η Θράκη δεν αποτελεί εξαίρεση σε αυτή την απόπειρα δημιουργίας μιας νέας εθνο-θρησκευτικής γεωγραφίας.
Η Συνθήκη της Λωζάννης, που υπεγράφη την 30ή Ιανουαρίου 1923, κατοχυρώνει ορισμένα δικαιώματα για τους, μουσουλμάνους στο θρήσκευμα, Ελληνες πολίτες που ζουν στη Δυτική Θράκη. Θέματα που περιέχονται σε διεθνείς συμφωνίες ή που οφείλουν τη νομική ύπαρξή τους στο διεθνές δίκαιο δεν μπορεί από τη φύση τους να έχουν μόνο εσωτερικό χαρακτήρα.
Για τον λόγο αυτό εξάλλου το υπουργείο Εξωτερικών είναι συναρμόδιο με άλλα υπουργεία για τη μειονότητα.
Ταυτόχρονα, το άρθρο 27 της Συνθήκης της Λωζάννης απαγορεύει ρητά οποιαδήποτε «τουρκική επέμβαση» στον πολιτικό, διοικητικό και δικαστικό τομέα της Δυτικής Θράκης καθώς αναφέρεται ρητά ότι ” Άρθρον 27.Ουδεμία πολιτική, νομοθετική ή διοικητική εξουσία ή δικαιοδοσία θέλει ασκηθή, δι’ οιονδήποτε λόγον, υπό της Κυβερνήσεως ή των Αρχών της Τουρκίας εκτός του τουρκικού εδάφους επί των υπηκόων εδάφους διατελούντος υπό την κυριαρχίαν ή το προτεκτοράτον των λοιπών Δυνάμεων των υπογραψασών την παρούσαν Συνθήκην και επί των υπηκόων εδάφους αποσπασθέντος της Τουρκίας.Εννοείται ότι η πνευματική δικαιδοσία των θρησκευτικών μουσουλμανικών Αρχών δεν θέλει ποσώς θιγή.”
Σε εφαρμογή το νέο δόγμα τουρκικού αναθεωρητισμού
Όπως είναι γνωστό, διαχρονικά, αποτελεί πάγια τακτική των τουρκοφρόνων και τουρκοδιαίτων ad hoc συλλογικοτήτων της Θράκης να παρουσιάζουν την Ελλάδα ως χώρα στην οποία παραβιάζονται συστηματικά ανθρώπινα και μειονοτικά δικαιώματα, με αφορμή την απόρριψη από το Άρειο Πάγο του αιτήματος αυτών να κάνουν χρήση του όρου «τουρκικός/ή» στην ονομασία τους.
Το τελευταίο χρονικό διάστημα, παρατηρούμε ότι εξωχωρίως υποκινούμενες συλλογικότητες επιχειρούν να παρακάμψουν την δικαστική διαδικασία για την ίδρυση σωματείων και συλλόγων κι επιλέγουν την συγκεκαλυμμένη δράση μέσω ΑΜΚΕ.
Η προπαγανδιστική τους τακτική αποσκοπεί στην απόκρυψη της υπαγωγής τους σε μηχανισμούς του τουρκικού Κράτους που ταυτόχρονα μετατρέπουν τους συγκεκριμένους συλλόγους σε παρακρατικούς που χρηματοδοτούνται και κατευθύνονται από τουρκικές κρατικές υπηρεσίες.
Ως στρατηγικός στόχος της Άγκυρας θεωρείται ότι είναι η “πλαγία αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάννης” μέσω της εφαρμογής της απόφασης του ΕΔΑΔ αφού αναγνώριση του δικαιώματος δημιουργίας ένωσης Τούρκων πολιτών στην Δυτική Θράκη, καταργεί στην πράξη την θρησκευτική ταυτότητα της μουσουλμανικής μειονότητας και την καθιστά εθνική μειονότητα με ότι αυτό συνεπάγεται για τη χώρα μας.
Ο αιτούμενος συλλογικός αυτοπροσδιορισμός που ζητούν οι τουρκόφρονες θα μπορούσε να αξιοποιηθεί από την Τουρκία στο πλαίσιο των γενικότερων μεθοδεύσεων που επιδιώκει στην περιοχή της Θράκης διαχρονικά η Άγκυρα που επιδιώκει την εργαλειοποίηση της μειονότητας, θέτοντας μόνιμα θέμα εφαρμογής της απόφασης του ΕΔΑΔ από την Ελλάδα.
Η απόφαση του ΕΔΑΔ στην υπόθεση 34724/18
Την καταδίκη της Ελλάδας αποφάσισε στις 24/6/2025 το Δικαστήριο του Στρασβούργου, κρίνοντας ότι παραβίασε το Άρθρο 11 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το οποίο προστατεύει την ελευθερία συνάθροισης και συνεταιρισμού.
Στην υπόθεση Sagir και άλλοι κατά Ελλάδας (αριθμός αίτησης 34724/18), το Δικαστήριο έκρινε ότι η άρνηση των ελληνικών αρχών να καταχωρίσουν τον “Πολιτιστικό Σύλλογο <Τούρκων> Γυναικών Ξάνθης” παραβίαζε τα θεμελιώδη δικαιώματα των αιτούντων να συστήσουν ένωση με βάση την εθνοτική και πολιτιστική τους ταυτότητα.
Στη σύνθεση της απόφασης μετείχε από την Ελλάδα και ο καθηγητής Βασίλης Χατζόπουλος ενώ τις προσφεύγουσες εκπροσωπούσε ο Εγκάθετος Αχμέτ Καρά.
Η άρνηση εγγραφής της ένωσης εκ μέρους της Ελληνικής Δικαιοσύνης στηρίζεται στην ανάγκη διάκρισης μεταξύ μιας αναγνωρισμένης μουσουλμανικής μειονότητας και μιας μη αναγνωρισμένης τουρκικής μειονότητας, κι επικεντρώθηκε στην «αρχή της αλήθειας», θεωρώντας ότι το όνομα του συλλόγου θα μπορούσε να προκαλέσει παραπληροφόρηση ως προς την ταυτότητα των μελών του.
Το σκεπτικό του ΕΔΔΑ στηρίζεται στην γενική θέση ότι “ο πλουραλισμός, ο οποίος είναι βασικό στοιχείο μιας δημοκρατικής κοινωνίας, δεν είναι εφικτός χωρίς την αναγνώριση και τον σεβασμό της πολυμορφίας”. Το Δικαστήριο υπενθύμισε στην Ελλάδα την υποχρέωση να επανεξετάσει την υπόθεση, εφόσον το ζητήσουν οι προσφεύγουσες.
Η Ελλάδα καλείται να καταβάλει 3.000 ευρώ για κάθε προσφεύγουσα λόγω ηθικής βλάβης και 4.677,80 ευρώ για δικαστικά έξοδα.
Ελλάδα και ΕΔΑΔ
Σύμφωνα με τα επικαιροποιημένα την 1/4/2024 στατιστικά στοιχεία του Δικαστηρίου, εκκρεμούσαν κατά της Ελλάδας 2.450 προσφυγές, ήτοι ποσοστό 3,8% του συνόλου των εκκρεμών υποθέσεων ενώπιον του ΕΔΔΑ, εκ των οποίων το μεγαλύτερο τμήμα των εκκρεμών αυτών προσφυγών (1.300 περίπου) αφορούν αιτιάσεις για τις συνθήκες κράτησης ποινικών κρατουμένων σε σωφρονιστικά καταστήματα που είναι αποτέλεσμα των μεταβαλλομένων δημογραφικών και κοινωνικών συνθηκών.
Ο αριθμός αυτός φέρνει την Ελλάδα στην πέμπτη θέση στο σύνολο των κρατών μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης, μετά την Τουρκία (23.550), τη Ρωσία (9.700), την Ουκρανία (8.700) και τη Ρουμανία (3.900).
Σε επίπεδο εκτέλεσης των αποφάσεων του ΕΔΑΔ, την ίδια χρονική στιγμή εκκρεμούσαν 67 αποφάσεις προς εκτέλεση, εκ των οποίων 23 επιτηρούνται κατά την ενισχυμένη διαδικασία (συνιστούν δηλαδή ένα σύνθετο ή δομικό πρόβλημα), 36 επιτηρούνται κατά την απλή διαδικασία και 8 ήταν νέες αποφάσεις που δεν είχαν ακόμη ταξινομηθεί.
Η Ελλάδα έχει προβεί σε σειρά ενεργειών, προκειμένου να υπάρξει πλήρης συμμόρφωση ( να ληφθούν γενικά μέτρα συμμόρφωσης) με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Αυτό συνέβη κυρίως στην αναθεώρηση του 2001, αλλά σε ένα σημείο και στην αναθεώρηση του 2008, και σε ένα σημείο στην αναθεώρηση του 2019. Προστέθηκαν ή τροποποιήθηκαν διατάξεις που αφορούν τη συμμόρφωση της διοίκησης με τις αποφάσεις των δικαστηρίων, το ασυμβίβαστο των βουλευτών, τη βουλευτική ασυλία, τους αντιρρησίες συνείδησης, που έχουν εισαχθεί στο Ελληνικό Σύνταγμα, ακριβώς για να υπάρξει πλήρης εναρμόνιση με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Αντί Επιλόγου
Ο τρόπος που επιδιώκει μία τρίτη χώρα , εν προκειμένω η Τουρκία, να επιβάλει την δημιουργία “τουρκικών σωματείων” θέτει ζήτημα αναπροσδιορισμού της μειονότητας από θρησκευτική σε εθνική κι αυτό την φέρνει σε σύγκρουση με τα άρθρα 37-45 της Συνθήκης της Λωζάννης, ενώ ταυτόχρονα με την αδειοδότηση λειτουργίας σωματείων που προάγουν τον εθνικό αυτοπροσδιορισμό παραβιάζονται τα άρθρα 2 και 45 αλλά και κάθε άρθρο της Συνθήκης το οποίο αναφέρεται στη μειονότητα ως μουσουλμανική.
Η διατάραξη της εσωτερική έννομης τάξης αλλά και των διατάξεων του διεθνούς δικαίου που ρυθμίζουν την ζωή των μειονοτήτων, συνιστούν απειλή για την δημόσια τάξη που δεν πρέπει να ταυτίζεται μόνον από παραβίαση των διατάξεων του ποινικού κώδικα.
Όπως σημειώνεται και σε πανεπιστημιακές παραδόσεις καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου της Νομικής Σχολής του ΔΠΘ “Ο αναγκαίος χαρακτήρας της απαγόρευσης συνάγεται από το γεγονός ότι προστατεύει τη δημόσια τάξη. “Η δημόσια τάξη στο μέτρο που διατηρεί τον αναγκαίο βαθμό ησυχίας και ασφάλειας για όλους τους πολίτες, είναι το θεμέλιο των αξιών της έννομης τάξης. Έτσι, κάθε φορά που προσβάλλεται κανόνας της έννομης τάξης διαταράσσεται η δημόσια τάξη.”