Πένθος και σιωπή – Πανηγύρι και συγκάλυψη από τους «εκπροσώπους» της μειονότητας

Γράφει ο Νίκος Αρβανίτης

Η τραγωδία με τον θάνατο της 12χρονης Εσλέμ, που συγκλόνισε τη Ροδόπη στις αρχές Αυγούστου 2025, δεν αποκάλυψε μόνο το τραγικό έλλειμμα συστημικής μέριμνας και  πρόνοιας, αλλά φώτισε για ακόμη μια φορά τη βαθιά υποκρισία του φιλοπροξενικού παρασκηνίου στη Θράκη.

Παρά το γεγονός ότι οι πληροφορίες για τον πνιγμό του άτυχου κοριτσιού στις ακτές του Θρακικού Πελάγους ήταν γνωστές από την πρώτη στιγμή, τα φιλοπροξενικά ΜΜΕ σιώπησαν επιδεικτικά, αποσιωπώντας ένα γεγονός που συγκλόνισε την τοπική κοινωνία.

Ακόμα πιο προκλητική, όμως, υπήρξε η στάση των γνωστών «μικροπαραγόντων» της μειονοτικής πολιτικής: Ο παθολόγος Χουσεΐν Μπαλτατζή, στέλεχος του Κόμματος Φιλίας, Ισότητας και Ειρήνης (DEB) και πρόεδρος του Συλλόγου Επιστημόνων Μειονότητας, και ο βουλευτής Ροδόπης της Νέας Αριστεράς και οδοντίατρος Οζγκιούρ Φερχάτ, όχι μόνο απουσίαζαν από την κηδεία της μικρής Εσλέμ, αλλά την ίδια ώρα διασκέδαζαν μαζί στο πανηγύρι του Κέχρου, όπου συμμετείχαν σε γλέντια και δημόσιες σχέσεις με εκπροσώπους θεσμών και μηχανισμών της Άγκυρας. Μάλιστα, σύμφωνα με το ρεπορτάζ μας, η διασκέδαση συνεχίστηκε και την επομένη στην Κομοτηνή, σε ένα περιβάλλον εντελώς αποκομμένο από το πένθος της κοινωνίας.

Το επίσημο δελτίο Τύπου του DEB που εκδόθηκε με καθυστέρηση λίγων ημερών, εκφράζοντας συλλυπητήρια και απαιτώντας διερεύνηση των ευθυνών, αποδείχθηκε ένα επικοινωνιακό πυροτέχνημα: Ένας «ανθρωπισμός» προσχηματικός, που δεν αντέχει στον έλεγχο της πραγματικότητας. Όσο τα στελέχη του κόμματος φωτογραφίζονταν χαμογελαστά σε φεστιβάλ όπως το GAT Festivali στην Κομοτηνή, η τοπική κοινωνία αναρωτιόταν πού ακριβώς τελειώνει η πολιτική ευαισθησία και πού αρχίζει η προσωπική ματαιοδοξία – ή ακόμη χειρότερα, η διατεταγμένη υπηρεσία.

Ταυτόχρονα, η σιωπή των φιλοπροξενικών ΜΜΕ έρχεται να επισφραγίσει την ενορχηστρωμένη προσπάθεια αποσιώπησης ενός γεγονότος που δεν συνέφερε το προσεκτικά κατασκευασμένο αφήγημα των «ανθρωπιστών» της μειονότητας. Η επιλεκτική ευαισθησία, η απουσία από την πραγματική κοινωνία και η συνεχής παρουσία σε πανηγύρια και «φιέστες» της Άγκυρας, αποδεικνύουν ότι για κάποιους η δημόσια εικόνα, τα προνόμια και οι πολιτικές εξαρτήσεις είναι πιο σημαντικά από την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και την ενότητα της ίδιας της κοινότητας.

Η εικόνα των δύο ανδρών, του Μπαλτατζή και του Φερχάτ, να συμμετέχουν χαμογελαστοί σε γιορτές ενώ η τοπική κοινωνία θρηνούσε τον χαμό ενός παιδιού, ήταν ηθικά προσβλητική και κοινωνικά αποκαρδιωτική. Η στάση αυτή δεν είναι τυχαία. Αντανακλά ένα σύστημα που εργαλειοποιεί την ταυτότητα και τη θρησκεία για να διατηρήσει τον έλεγχο και την ισχύ του, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι θα πατήσει πάνω σε φέρετρα.

Ακόμη πιο ανησυχητικό είναι πως με τη στάση τους, όλοι οι παραπάνω συγκαλύπτουν — έστω και σιωπηρά — εκείνους που ενδεχομένως φέρουν ευθύνες για την τραγωδία, ελπίζοντας ίσως ότι οι θεσμοί της Ελληνικής Πολιτείας δεν θα πράξουν το καθήκον τους. Μια στάση επικίνδυνη, που μετατρέπει την απάθεια σε συνενοχή και την υποκρισία σε πολιτική τακτική.

Η αποστασιοποίηση του κόσμου από αυτές τις εκδηλώσεις, η αποδοκιμασία που εκφράζεται όλο και πιο ανοιχτά σε τοπικό επίπεδο, αλλά και η κοινωνική κόπωση απέναντι στο στημένο θέατρο των επαναλαμβανόμενων «ανθρωπιστικών» δηλώσεων, δείχνουν ότι το πολιτικό προσωπικό της μειονότητας δεν μπορεί πλέον να κρύβεται πίσω από το Προξενείο.

Όσο η κοινωνία σιωπά, τόσο ενισχύονται εκείνοι που παριστάνουν τους προστάτες της, εργαλειοποιώντας κάθε τραγωδία για πολιτικό όφελος. Όμως όταν το προσωπείο πέφτει, η υποκρισία αποκαλύπτεται – και τότε, το ερώτημα παραμένει:
Ανθρωπισμός ή απλώς θλιβερή επίδειξη κυνισμού;

Facebook
Twitter
Email