Γράφει ο Νίκος Αρβανίτης
Στον απόηχο των εκδηλώσεων στον χώρο του Ακρίτα/Αλάν Τεπέ του Δήμου Αρριανών υπό την αιγίδα φιλοπροξενικών και τουρκοφρόνων μικροπαραγόντων και φορέα της Μειονότητας , εκτός από τις διοργανωτικές παρατυπίες εντοπίσθηκαν και στοιχεία που παραπέμπουν σε δράση κρατικών υπηρεσιών τρίτης χώρας εντός Ελληνικής Επικρατείας!
Οι πρόσφατες εκδηλώσεις πάλης σε λάδι στην περιοχή Φλάμπουρο/Ακρίτα (Αλάνατ στα πομάκικα, Αλάν Τεπέ στα τουρκικά), που ολοκληρώθηκαν στις 24 Αυγούστου 2025, ανέδειξαν για μια ακόμη χρονιά τη διοργάνωση αθλητικών εκδηλώσεων με έντονο στοιχείο εισαγόμενου τουρκικού εθνικισμού, που αλλοιώνει τις παραδοσιακές τοπικές συνήθειες στην Ελληνική Θράκη.
Παρά το γεγονός ότι για τους τύπους εμφανιζόταν ως διοργανωτής ένας τοπικός αθλητικός και πολιτιστικός σύλλογος, το γενικό πρόσταγμα των αγώνων είχε η Τουρκική Ομοσπονδία Ελαιοπάλης, φορέας υπό τον έλεγχο του τουρκικού κράτους.
Η εμφανής χρήση του τουρκικού εθνοσήμου και του λογοτύπου της Ένωσης υπογραμμίζει την πολιτική και συμβολική αναφορά στον τουρκικό εθνικό χώρο, ενώ η εισαγωγή παλαιστών από τρίτες χώρες, η επιβολή τουρκικών εθνικών ενδυμασιών και η πλήρης απουσία ελληνικών πολιτιστικών συγκροτημάτων δείχνουν ότι η εκδήλωση υπερβαίνει τον καθαρά αθλητικό ή τοπικό πολιτιστικό χαρακτήρα.
Η σύγκριση με την 6η Φάση της Σεζόν 2025 της Τουρκικής Λίγκας Πάλης σε Λάδι CW Enerji – 65οι Παραδοσιακοί Αγώνες Πάλης σε Λάδι Kurtdereli Mehmet Pehlivan, που διεξήχθησαν στο χωριό Kurtdere της περιοχής Karesi (Balıkesir) από 22 έως 24 Αυγούστου 2025, επιτρέπει να εκλαμβάνονται οι αγώνες στο Αλάν Τεπέ ως συνέχεια ενός προτύπου που εφαρμόζεται ήδη στην Τουρκία, με στόχο την προβολή τουρκικού εθνικισμού μέσω του αθλητισμού.
Συγκριτικά, και στις δύο διοργανώσεις παρατηρείται συνδυασμός έντονου αθλητικού ανταγωνισμού με συγκεκριμένα τελετουργικά, ομοιομορφία στη δομή των αγώνων και παρουσία επίσημων φορέων, πολιτικών και δημοτικών αρχών.
Η καθοδήγηση των αγώνων από εκπροσώπους της Τουρκικής Ομοσπονδίας Ελαιοπάλης, σε συνδυασμό με τη συμμετοχή πολιτικών και τοπικών παραγόντων, ενισχύει την εντύπωση ότι πρόκειται για απροκάλυπτη επιχείρηση «διπλωματίας ήπιας ισχύος», με χρήση του αθλητισμού ως μέσου προβολής ταυτότητας και επιρροής, ενώ η διοργάνωση στο Αλάν Τεπέ εμφανίζεται ως εισαγόμενη πρακτική που αλλοιώνει την τοπική παράδοση.
Παράλληλα, προκύπτει ένα κρίσιμο ερώτημα προς τους Έλληνες αιρετούς και θεσμικούς παράγοντες που παρευρέθηκαν στις εκδηλώσεις: Συμφωνούν με τον τρόπο που οργανώθηκαν οι αγώνες, υπό ξένο έλεγχο και με σαφή στοιχεία προώθησης τουρκικού εθνικισμού;
Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι τίθενται ερωτήματα για το αν, έστω και κατόπιν εορτής, οι υπηρεσίες της Ελληνικής Πολιτείας και οι αρμόδιες αθλητικές αρχές θα παρέμβουν ώστε να διαλευκανθούν οι οργανωτικές λεπτομέρειες της εκδήλωσης από τον Δήμαρχο Αρριανών και να αποσαφηνιστεί η ευθύνη για τον τρόπο διεξαγωγής της.