† Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ ΕΛΕΩ ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ Ν. ΡΩΜΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΠΑΝΤΙ ΤΩ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΧΑΡΗ, ΕΙΡΗΝΗ ΚΑΙ ΕΛΕΟΣ ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΕΝΔΟΞΩΣ ΑΝΑΣΤΑΝΤΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ
Αδελφοί Ιεράρχαι και τέκνα εν Κυρίω ευλογημένα, Ελέω και δυνάμει Θεού διαπλεύσαντες με προσευχή και νηστεία το πέλαγος της Αγ. και Μεγάλης Τεσσαρακοστής και φθάσαντες στο παμφαές Πάσχα, ανυμνούμε τον κατελθόντα μέχρις Άδου ταμείων και «απεργασάμενον πάσιν εισηκτόν τον Παράδεισον» δια της εκ νεκρών Εγέρσεως Αυτού Κύριο της δόξης. Η Ανάσταση του Χριστού δεν είναι ανάμνηση ενός γεγονότος από το παρελθόν, αλλά «καλή αλλοίωση» της υπάρξεώς μας, «άλλη γέννηση, βίος έτερος, άλλο ζωής είδος, αυτής της φύσεως ημών μεταστοιχείωσις».
Εν Χριστώ Αναστάντι ανακαινίζεται μαζί με τον άνθρωπο σύμπασα η κτίση. Όταν ψάλλουμε την Γ’ ωδή του Κανόνος του Πάσχα, το «Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια· εορταζέτω γουν πάσα κτίσις την έγερσιν Χριστού, εν η εστερέωται», τότε διακηρύσσεται ότι ολόκληρο το σύμπαν είναι στερεωμένο και πλήρες ανεσπέρου-αναστάσιμου φωτός. Όχι μόνον για την ιστορία του ανθρωπίνου γένους, αλλά και για την όλη δημιουργία, ισχύει το «προ Χριστού» και το «μετά Χριστό». Η εκ νεκρών Έγερση του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού αποτελεί τον πυρήνα του Ευαγγελίου, το σταθερό σημείο αναφοράς όλων των κειμένων της Κ. Διαθήκης, αλλά και όλης της Λειτουργικής ζωής και της ευσεβείας ημών των Ορθοδόξων.
Όντως, στο «Χριστός Ανέστη» συνοψίζεται η θεολογία της Εκκλησίας. Η βίωση της καταργήσεως του κράτους του θανάτου είναι πηγή ανεκλάλητης χαράς, «ελευθέρας από τας δεσμεύσεις αυτού του κόσμου». «Χαράς που τα πάντα πεπλήρωται, της αναστάσεως την πείραν ειληφότα». Έκρηξη «χαράς μεγάλης» η Ανάσταση διαποτίζει ολόκληρη την εκκλησιαστική μας ζωή, το ήθος και την ποιμαντική δράση, σαν πρόγευση της πληρότητας ζωής, γνώσεως και χαράς της αιωνίου Βασιλείας του Πατρός, του Υιού και του Αγ. Πνεύματος. Ορθόδοξος πίστη και απαισιοδοξία είναι ασύμβατα μεγέθη. Το Πάσχα είναι για τον άνθρωπο εορτή ελευθερίας και νίκη κατά των αλλοτριωτικών δυνάμεων, εκκλησιοποίηση της υπάρξεώςμας, πρόσκληση σε συν-έργια για την μεταμόρφωση του κόσμου. Η ιστορία της Εκκλησίας καθίσταται «ένα μεγάλο Πάσχα», ως πορεία προς «την ελευθερία της δόξης των τέκνων του Θεού». Το βίωμα της Αναστάσεως αποκαλύπτει το κέντρο και την εσχατολογική διάσταση της εν Χριστώ ελευθερίας.
Οι βιβλικές μαρτυρίες περί της Εγέρσεως του Σωτήρος αναδεικνύουν την δύναμιν της ελευθερίας των πιστών, στην οποία και μόνη φανερώνεται το «μέγα θαύμα», το οποίο παραμένει απρόσιτο σε κάθε καταναγκασμό. «Βουλομένων γαρ, ου τυραννουμένων το της σωτηρίας μυστήριον». Η αποδοχή της Θείας Δωρεάς ως «διάβαση-πέρασμα-πάσχα» του πιστού προς τον Χριστό, είναι η ελευθέρα υπαρκτική απάντηση στην αγαπητική και σωστική «διάβαση-πέρασμα-πάσχα» του Αναστάντος προς τον άνθρωπο. «Χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν».
Το μυστήριο της Αναστάσεως του Κυρίου συνεχίζει και σήμερον να κλονίζει τις θετικιστικές βεβαιότητες των αρνητών του Θεού ως «αρνήσεως της ανθρωπίνης ελευθερίας», τους οπαδούς της «φενάκης της αυτοπραγματώσεως χωρίς Θεό» και τους θαυμαστές του συγχρόνου «ανθρωποθεού». Δεν ανήκει το μέλλον στον εγκλωβισμό στην αυτάρεσκη, συρρικνωτική και κλειστή ενθαδικότητα. Δεν υπάρχει αληθινή ελευθερία χωρίς Ανάσταση και χωρίς προοπτική αιωνιότητας.
Πηγή αναστάσιμης ευφροσύνης για την Αγία του Χριστού Μεγάλη Εκκλησία αποτελεί φέτος ο κοινός εορτασμός του Πάσχα από όλο τον χριστιανικό κόσμο, ομού μετά της 1700ης επετείου της Α ‘ εν Νικαία Οικουμενικής Συνόδου, η οποία καταδίκασε την κακοδοξία του Αρείου, του «κατασμικρύναντος της Τριάδος τον ένα, Υιόν και Λόγον όντα Θεού», και θέσπισε τον τρόπον καθορισμού της ημερομηνίας για την εορτή της Αναστάσεως του Σωτήρος. Η Σύνοδος της Νικαίας εγκαινιάζει μίαν νέα περίοδο στη συνοδική ιστορία της Εκκλησίας, την μετάβαση από το τοπικό στο οικουμενικό συνοδικό επίπεδο. Ως γνωστόν, η Α ‘ Οικουμενική Σύνοδος εισήγαγε τον «άγραφο» όρο «ομοούσιος» στο Σύμβολο της Πίστεως, με σαφή σωτηριολογική αναφορά, η οποία παραμένει το ουσιώδες χαρακτηριστικό των δογμάτων της Εκκλησίας. Με τη έννοια αυτή, οι εορτασμοί της μεγάλης επετείου δεν είναι στροφή προς το παρελθόν, εφόσον το «πνεύμα της Νικαίας» ενυπάρχει αδιάπτωτα στη ζωή της Εκκλησίας, η ενότητα της οποίας συναρτάται με την ορθή κατανόηση και ανάπτυξη της συνοδικής ταυτότητός της. Ο λόγος περί της Α’ εν Νικαία Οικουμενικής Συνόδου υπενθυμίζει τα κοινά χριστιανικά αρχέτυπα και την σημασία του αγώνος κατά των διαστρεβλώσεων της αμωμήτου ημών Πίστεως και μας προτρέπει να στραφούμε προς το βάθος και την ουσία της ζωής και παραδόσεως της Εκκλησίας. Ο δε κατά το παρόν έτος κοινός εορτασμός της «Αγιωτάτης του Πάσχα ημέρας» αναδεικνύει την επικαιρότητα του θέματος, η λύση του οποίου όχι μόνο εκφράζει τον σεβασμό της Χριστιανοσύνης προς τα θεσπίσματα της Συνόδου της Νικαίας, αλλά και την συνείδηση ότι «ου πρέπει εν τοιαύτη αγιότητι είναί τινα διαφοράν».
Με τέτοια αισθήματα, έμπλεοι του φωτός και της χαράς της Αναστάσεως του Κυρίου μας και αναβοώντες το κοσμοχαρμόσυνο «Χριστός Ανέστη», ας τιμήσουμε την κλητή και αγία ημέρα του Πάσχα με την ολόψυχο ομολογία της πίστεως μας στο «θανάτω τον θάνατον πατήσαντα, πάσιν ανθρώποις και απάση τη κτίσει ζωήν χαρισάμενον Λυτρωτήν», δια της πιστότητας στις τιμίες παραδόσεις της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας και δια της ανυποκρίτου προς τον πλησίον αγάπης, ίνα δοξάζηται και δια πάντων ημών το υπερουράνιον όνομα του Αναστάντος Κυρίου μας.
Φανάριον, Άγιον Πάσχα, βκε’
† Ο Κωνσταντινουπόλεως ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ
διάπυρος προς Χριστόν Αναστάντα, ευχέτης πάντων υμών.