Ένα προσωπικό σημείωμα για τον μήνα που χωρά όσα δεν ειπώθηκαν ποτέ.
Γράφει ο Νίκος Αρβανίτης
Ο Αύγουστος δεν είναι απλώς μήνας. Είναι ένα συναίσθημα που καίει αργά, σαν μεσημέρι πίσω από γρίλιες. Είναι ο μήνας που οι σιωπές δυναμώνουν και τα φιλιά ωριμάζουν, όπως τα ροδάκινα στους χωματόδρομους της επαρχίας. Μοσχοβολάει γιασεμί, στάζει άστρα από τα γένια του Ελύτη και κουβαλά πάνω του τη μνήμη του Καβάφη — μαβιά και θολή, σαν όνειρο εφηβικό.
Ο ήλιος του Αύγουστου δεν είναι αθώος. Τυφλώνει, βαραίνει, επιμένει. Τον βλέπει η Σελήνη και τον τραγουδούν οι ποιητές. Είναι ψυχή-μέλισσα, όπως την ήθελε ο Βρεττάκος· ένα πέταγμα φωτός στο άνοιγμα του σύμπαντος. Είναι και απουσία: το γέλιο που λείπει, τα καμπαναριά που σωπαίνουν, οι σκιές που ριζώνουν κάτω από τις φυστικιές.
Μα πάνω απ’ όλα, ο Αύγουστος είναι η στιγμή. Η στιγμή που όλα στέκουν ακίνητα, σαν υπόσχεση. Σαν ένας διάττων αστέρας που σταμάτησε για λίγο ανάμεσά μας — φωτεινός, αληθινός, φευγαλέος.
Υπάρχουν τραγούδια που δε λέγονται. Γράφονται στην άμμο, χαράζονται στα μάτια ενός προσώπου, ψιθυρίζονται τις νύχτες του Αυγούστου, όταν το φεγγάρι δεν φωτίζει απλώς — σκάβει μέσα σου.
Και μέσα σ’ αυτό το αδιέξοδο, φυτρώνει η ανάμνηση: τα λυτά μαλλιά, η άμμος που ρέει σαν καταρράχτης, το φως που έκρυψαν τα μάτια της. Μια έκσταση, ένας μαγικός χορός όπου η ζωή και το όνειρο μπλέκονται. Κι εσύ, ο τυχερός που το έζησες — ή μήπως ο καταδικασμένος να το θυμάσαι;
Στο τέλος, ο έρωτας μοιάζει με φεγγάρι αυγουστιάτικο: ανατέλλει μέσα στο σκοτάδι, υψώνεται πάνω από τη φυλακή της καθημερινότητας, και για μια στιγμή, κάνει τα πάντα να λάμπουν. Ακόμη κι αν περάσει, ακόμη κι αν πληγώσει, ακόμη κι αν «σου βγει και σε κακό» — αξίζει.
Γιατί η μνήμη ενός έρωτα είναι πιο δυνατή από τη λήθη του. Κι ο Αύγουστος, με τη μελαγχολία του τέλους και το φως του αποκορύφωματος, είναι ο μόνος μήνας που μπορεί να το χωρέσει.