Το κύριο συμπέρασμα της 25ης Ετήσιας Έκθεσης Ελληνικού Εμπορίου 2024 που παρουσιάστηκε από την ΕΣΕΕ την 2/4/2025 από την ΕΣΕΕ, παρουσία του Υπουργού Ανάπτυξης κ. Τάκη Θεοδωρικάκου, είναι πως το ελληνικό εμπόριο διατηρεί τη θέση του ως ο ισχυρότερος κλάδος και ο μεγαλύτερος εργοδότης της οικονομίας, έχοντας παρουσιάσει, ισχυρή ανθεκτικότητα, ενώ καλείται να διαχειριστεί σοβαρές προκλήσεις. Ωστόσο, η αβεβαιότητα από τις διεθνείς οικονομικές εξελίξεις επηρεάζει καθοδικά τις προοπτικές του κλάδου συνολικά όταν την ίδια στιγμή η στασιμότητα στον κύκλο εργασιών πλήττει περισσότερο τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις.
Η Έκθεση αναδεικνύει ως κυριότερα σημεία προβληματισμού τα εξής:
- Στασιμότητα τζίρου για σχεδόν τις μισές εμπορικές επιχειρήσεις σε περίοδο συνεχών αυξήσεων του λειτουργικού κόστους.
- Καθυστέρηση στον ψηφιακό και πράσινο μετασχηματισμό των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, καθώς δίνουν προτεραιότητα στην επιβίωση.
- Η ονομαστική αύξηση της κατανάλωσης κατευθύνεται κατά κύριο λόγο σε είδη πρώτης ανάγκης (τρόφιμα, φάρμακα).
- Εντεινόμενη αβεβαιότητα σε διεθνές επίπεδο εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε καθυστέρηση επενδυτικών σχεδίων και συγκράτηση καταναλωτικών δαπανών, επιβραδύνοντας έτσι την ανάπτυξη.
Η ΕΕΕΕ 2024 αποτυπώνει με εμπεριστατωμένο τρόπο τις βασικές εξελίξεις σε οικονομία και εμπόριο. Σε γενικές γραμμές, η αύξηση του κύκλου εργασιών (+1,9%) ήταν χαμηλότερη του πληθωρισμού (+2,7%) ενώ καλύτερες ήταν οι επιδόσεις για αγαθά ανελαστικής ζήτησης. Οι αυτοαπασχολούμενοι στο εμπόριο συνέχισαν την καθοδική τους πορεία (-8,9%), επιβεβαιώνοντας και φέτος ότι οι παραδοσιακές «νάνο»-επιχειρήσεις εγκαταλείπουν σταδιακά αλλά με συνέπεια την αγορά, ενώ ο κλάδος παραμένει ο μεγαλύτερος εργοδότης της χώρας (16,3% της απασχόλησης) αλλά και με τους περισσότερους εργοδότες στην οικονομία (26,5%). Η καταναλωτική δαπάνη κινήθηκε μεν ανοδικά μέχρι το 2023, οπότε και σταματούν τα διαθέσιμα στατιστικά δεδομένα, αλλά αφενός κατευθύνθηκε σε αγορές κυρίως των απαραίτητων αγαθών και αφετέρου υπολείπεται ακόμη σημαντικά του προ της κρίσης χρέους επιπέδου, ακόμη και σε ονομαστικούς όρους. Την ίδια στιγμή, οι περιφερειακές ανισότητες, σε όρους κατανάλωσης, επιμένουν, παρά τα σχετικά προγράμματα, γεγονός που εγείρει ερωτήματα για την αποτελεσματικότητα και της ευρωπαϊκής περιφερειακής πολιτικής.
Οι εμπορικές ΑΕ, ΕΠΕ και ΙΚΕ επιχειρήσεις συνέχισαν την ανοδική τους πορεία και το 2023, ωστόσο, οι εξωγενείς κρίσεις και οι γεωπολιτικές εντάσεις, αποδυνάμωσαν τη δυναμική τους, επιβραδύνοντας την αύξηση του κύκλου εργασιών (σε +1,5%) και των μεικτών κερδών (σε 10,6%). Οι μικρομεσαίες εμπορικές επιχειρήσεις στο λιανικό εμφανίζουν στασιμότητα, καθώς δυσκολεύονται να αυξήσουν τον κύκλο εργασιών τους λόγω οικονομικών πιέσεων και αβεβαιότητας στην αγορά. Η άνοδος των τιμών προμηθευτών διόγκωσε πρωτοφανή επίπεδα τα τελευταία εννέα χρόνια (36%) το ποσοστό των επιχειρήσεων που διέκοψαν τη συνεργασία τους με κάποιον προμηθευτή. Σχεδόν οι μισές επιχειρήσεις (44%) στο λιανικό δήλωσαν στασιμότητα του κύκλου εργασιών στα περυσινά επίπεδα ενώ περισσότερες από τις μισές (52%) δεν αναμένουν μεταβολή στο προσεχές μέλλον. Η διαχείριση των ανατιμήσεων, οι οικονομικές υποχρεώσεις, η έλλειψη ρευστότητας και η δυσκολία εύρεσης του κατάλληλου προσωπικού αξιολογούνται, κατά σειρά σπουδαιότητας, ως οι βασικότερες προκλήσεις των επιχειρήσεων. Το ενεργειακό κόστος συνεχίζει να αποτελεί σοβαρό πλήγμα για τη βιωσιμότητά των μικρομεσαίων επιχειρήσεων καθώς διογκώνει το λειτουργικό τους κόστος.
Διαβάστε ΕΔΩ την 25ης Ετήσια Έκθεση Ελληνικού Εμπορίου 2024