O Oktay Engin από την Κομοτηνή και ο Ειδικός Πόλεμος πίσω από τα γεγονότα της 6-7 Σεπτεμβρίου 1955

Γράφει ο Νίκος Αρβανίτης

Η νύχτα της 6ης Σεπτεμβρίου 1955 σημαδεύτηκε από την επίθεση στο σπίτι του Ατατούρκ στη Θεσσαλονίκη, που αποτέλεσε την αφορμή για ένα κύμα βίας στην Κωνσταντινούπολη. Η βόμβα στον κήπο του τουρκικού προξενείου, έξω από το (φερόμενο ως) σπίτι του Κεμάλ Ατατούρκ, τοποθετήθηκε από τον κλητήρα του προξενείου Hasan Ucar, ο οποίος ομολόγησε ότι του την είχε δώσει ο Oktay Engin, φοιτητής Νομικής στη Θεσσαλονίκη, που επίσης παραδέχτηκε την πράξη του.

70 Χρόνια από τα Σεπτεμβριανά: Το Πογκρόμ, η Δίκη του Menderes και η Ιστορική Μνήμη

Οι Πέντε Συνεργοί

Πέντε άνδρες – ο φοιτητής και μετέπειτα νομάρχης Oktay Engin, ο τοπικός κυβερνήτης Hayrettin Nakipoğlu, ο εκδότης Mithat Perin, ο δημοσιογράφος Gökşin Sipahioğlu και ο αξιωματικός του στρατού Sabri Yirmibeşoğlu – βρέθηκαν στο επίκεντρο των Σεπτεμβριανών του 1955, καθένας με διαφορετικό ρόλο: ο Engin ως ο δράστης της βόμβας στη Θεσσαλονίκη, ο Nakipoğlu ως κρατικός λειτουργός την ώρα της κρίσης, ο Perin ως ο εκδότης που διέσπειρε την «έκτακτη είδηση», ο Sipahioğlu ως ο δημοσιογράφος που τη διαμόρφωσε και ο Yirmibeşoğlu ως στρατιωτικός σχεδιαστής που αργότερα παραδέχτηκε τον επιχειρησιακό χαρακτήρα της προβοκάτσιας. Παρά την καταστροφή που ακολούθησε για τον ελληνισμό της Πόλης, όλοι τους ανέβηκαν θεαματικά στην ιεραρχία της Τουρκίας, ενσαρκώνοντας το πώς τα Σεπτεμβριανά αποτέλεσαν όχι μόνο μια οργανωμένη εθνοκάθαρση, αλλά και εφαλτήριο καριέρας για τους μηχανισμούς που τα οργάνωσαν.

Ο ρόλος του Oktay Engin  από την Κομοτηνή

Ο Oktay Engin (1934–), γιος του πρώην βουλευτή Faik Engin, που υπηρετούσε ως δάσκαλος στην Σαλμώνη Ροδόπης, είχε εισαχθεί στη Νομική Σχολή Θεσσαλονίκης το 1952 ως ο πρώτος μειονοτικός φοιτητής σε ελληνικό πανεπιστήμιο. Δεν συμμετείχε στις πανελλήνιες εξετάσεις, αλλά εξασφάλισε εισαγωγή και πλήρη υποτροφία (550 δραχμές το μήνα) μέσω προνομίων από τις ελληνικές αρχές. Παράλληλα, με παρέμβαση και σύσταση των τουρκικών προξενείων Κομοτηνής και Θεσσαλονίκης, έλαβε επιπλέον μεγάλη υποτροφία από το Ταμείο του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών για τη “βοήθεια των Τούρκων της Δυτικής Θράκης” (963 δραχμές το μήνα, συν έξοδα για βιβλία και υλικό).

Μετά τη σύλληψή του, η τουρκική κυβέρνηση κάλυψε όλα τα νομικά του έξοδα και στήριξε υλικά την οικογένειά του. Αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση τον Ιούνιο και λίγους μήνες αργότερα δραπέτευσε στην Τουρκία, όπου ακολούθησε μια σημαντική καριέρα στη δημόσια διοίκηση. Είναι πιθανό ότι η φυγή του έγινε με ανοχή των ελληνικών αρχών λόγω ευρύτερων πολιτικών παραμέτρων, ενώ η υπόθεση υποβαθμίστηκε στην Ελλάδα.

Η περίπτωση του Oktay Engin φωτίζει τις δυνατότητες που είχαν τα ηγετικά μέλη των μειονοτήτων. Οι απλοί μειονοτικοί δεν εντάσσονταν πλήρως στην ελληνική κοινωνία, και η μειονοτική κοινότητα ήταν οργανωμένη έτσι ώστε τόσο η Ελλάδα όσο και η Τουρκία να έρχονται σε επαφή με σχετικά λίγα άτομα. Αυτοί οι άνθρωποι μπορούσαν να χρησιμοποιούν τη θέση τους για να αποκομίσουν προνόμια και από τις δύο χώρες. Στην περίπτωση του Oktay Engin, η εύνοια από τη μια χώρα δεν εξασφάλιζε πιστότητα, ούτε απέκλειε τη διεκδίκηση προνομίων από την άλλη.

Μετά την άφιξή του στην Τουρκία, ο Oktay Engin εργάστηκε αρχικά σε ραδιοσταθμό της Κωνσταντινούπολης, στη συνέχεια στη Διεύθυνση του Αστυνομικού Σώματος και στην Υπηρεσία Πληροφοριών (MIT), και το 1993 διορίστηκε νομάρχης στην Καππαδοκία.

Ο ίδιος δήλωσε το 2010:«Έγινα έπαρχος, έπειτα για 17 χρόνια διευθυντής Αστυνομίας στη Γενική Διεύθυνση Ασφαλείας και αμέσως μετά αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής Ασφαλείας όλης της Τουρκίας, έπειτα έγινα νομάρχης Καππαδοκίας και έτσι τελείωσε η ζωή μου».

Ο Oktay Engin αποτέλεσε έναν κρίσιμο κρίκο στην αλυσίδα του Ειδικού Πολέμου που εκτυλίχθηκε εκείνη την εποχή. Ο Sabri Yirmibesoglu, επικεφαλής του Γραφείου Ειδικού Πολέμου της Τουρκίας κατά τα γεγονότα, παραδέχθηκε αργότερα ότι η οργανωτική διάσταση των επιθέσεων ήταν «θαυματουργή», αναδεικνύοντας τον τρόπο με τον οποίο οι κρατικές υπηρεσίες αξιοποιούσαν οργανωμένες ομάδες για την κατεύθυνση του πλήθους και την επίτευξη πολιτικών στόχων.

Το πογκρόμ υπήρξε προϊόν συνωμοσίας στα υψηλότερα κλιμάκια της τουρκικής κυβέρνησης υπό τον Αντνάν Μεντερές. Συγκεκριμένα, τα σχέδια εκπονήθηκαν στην αίθουσα συνεδριάσεων του Seferberlik Taktik Kurulu (Συμβούλιο Τακτικής Κινητοποίησης), τμήμα του Γενικού Επιτελείου του τουρκικού στρατού.

Ο Ιαν Φλέμινγκ, τα Σεπτεμβριανά και η γέννηση του Τζέιμς Μποντ στην Πόλη

Λίγοι γνωρίζουν ότι τις νύχτες της 6ης και 7ης Σεπτεμβρίου 1955, όταν η Κωνσταντινούπολη συγκλονιζόταν από το οργανωμένο πογκρόμ κατά των Ελλήνων, Αρμενίων και Εβραίων, στο κέντρο των γεγονότων βρισκόταν ένας Βρετανός ανταποκριτής: ο Ian Fleming, ο μετέπειτα δημιουργός του θρυλικού πράκτορα 007.

Ο Φλέμινγκ, που είχε φτάσει από τη Θεσσαλονίκη για να καλύψει για τους Sunday Times τη Σύνοδο της Interpol, βρέθηκε ξαφνικά στην καρδιά της βίας, στη Λεωφόρο του Πέρα.

 Στις 11 Σεπτεμβρίου 1955, η εφημερίδα δημοσίευσε το άρθρο του με τίτλο «The Great Riot of Istanbul», μια σπάνια μαρτυρία από πρώτο χέρι για την κλίμακα και τη βιαιότητα των γεγονότων. Στο ρεπορτάζ που δημοσιεύτηκε στις 11 Σεπτεμβρίου 1955, περιγράφει με έντονη γραφή τις εικόνες φρίκης: σπασμένα τζάμια, λεηλασίες, πυρκαγιές, πλήθη σε παράκρουση. Μιλά για το «μίσος που ξεχύθηκε σαν λάβα στους δρόμους», μεταφέροντας τον τρόμο μιας νύχτας που σημάδεψε ανεξίτηλα τον ελληνισμό της Πόλης.

Η εμπειρία αυτή δεν έμεινε μόνο ως δημοσιογραφική μαρτυρία. Έγινε έμπνευση. Δύο χρόνια αργότερα, στο μυθιστόρημα From Russia, with Love (1957), πολλά στοιχεία, χαρακτήρες και σκηνικά φέρουν το αποτύπωμα της Κωνσταντινούπολης των Σεπτεμβριανών. Ο κόσμος του Τζέιμς Μποντ πέρασε έτσι μέσα από τις φλόγες μιας οργανωμένης καταστροφής, την οποία ο ίδιος ο Φλέμινγκ έζησε και κατέγραψε.

Επτά δεκαετίες μετά, η σύμπτωση μοιάζει συμβολική: το πιο διάσημο λογοτεχνικό σύμβολο των μυστικών υπηρεσιών του 20ού αιώνα είχε τις ρίζες του σε μια τραγωδία που σημάδεψε την Κωνσταντινούπολη και τους Ρωμιούς της.(βλ. τον  χαρακτήρα του Darko Kerim Bey)

Η ιστορία του Oktay Engin και η στρατηγική των 6-7 Σεπτεμβρίου φωτίζουν τις «σκιές» του Ειδικού Πολέμου και τον ρόλο των κρατικών μηχανισμών πίσω από σκηνές που φαίνονταν χαοτικές, παραμένοντας μια διαρκής υπενθύμιση για τη δύναμη της οργάνωσης, της παραπληροφόρησης και της βίας στην πολιτική διαχείριση.

        

 

Facebook
Twitter
Email