Το περιστατικό της επιδεικτικής αποχώρησης του Αλέξη Χαρίτση από τη δεξίωση της 24ης Ιουλίου στο Προεδρικό Μέγαρο, με αφορμή την άρνηση εισόδου σε Παλαιστίνιο φιλοξενούμενο, δεν είναι ένα απλό «ανθρώπινο στιγμιότυπο». Είναι μια πολιτική πράξη με σύνθετους αποδέκτες, που ξεπερνά το πρωτόκολλο και αγγίζει την καρδιά της σχέσης θεσμών – εικόνας – πολιτικής εργαλειοποίησης.
Το χρονικό μιας σκηνοθετημένης σύγκρουσης
Ο Παλαιστίνιος πολίτης, Kamel Kotkot,50 ετών, πατέρας δέκα παιδιών από την Τζαμπαλίγια της Λωρίδας της Γάζας, βρίσκεται στην Ελλάδα από τα τέλη Φεβρουαρίου, συνοδεύοντας ανήλικο συγγενή του που τραυματίστηκε κατά τις ισραηλινές επιθέσεις. Ο νεαρός δεν δέχτηκε την επιμέλεια του συγγενούς του και πλέον θεωρείται ασυνόδευτος ανήλικος, με τον Παλαιστίνιο να φιλοξενείται σε δομή του Υπουργείου Μετανάστευσης.
Η αποστολή εντάσσεται σε ανθρωπιστικό πλαίσιο που οργανώθηκε με συνεργασία της ελληνικής κυβέρνησης και του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. Όλα τα έξοδα νοσηλείας, φιλοξενίας και διαμονής καλύπτονται από το ελληνικό κράτος.
Η επιλογή του Αλέξη Χαρίτση να τον συνοδεύει στη δεξίωση για την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, χωρίς ο συνοδός να έχει επίσημη θεσμική πρόσκληση, αποτέλεσε πρόκληση για το αυστηρό πρωτόκολλο του Προεδρικού Μεγάρου. Όταν του απαγορεύθηκε η είσοδος, ο πρόεδρος της Νέας Αριστεράς αποχώρησε επιδεικτικά, καταγγέλλοντας «θεσμικό αποκλεισμό».
Ανθρωπιά ή πολιτική εργαλειοποίηση;
Το περιστατικό εγείρει εύλογα ερωτήματα:
-
Μπορεί ένα πρόσωπο που διαμένει σε κρατική δομή φιλοξενίας, χωρίς διπλωματική ή πολιτική ιδιότητα, να χρησιμοποιείται ως πολιτικό σύμβολο;
-
Πού τελειώνει η έντιμη ένδειξη αλληλεγγύης και πού αρχίζει η επικοινωνιακή εκμετάλλευση ευάλωτων ανθρώπων;
-
Είναι συμβατό με το κράτος δικαίου να εισάγονται «ανεπίσημοι συνοδοί» σε αυστηρά θεσμικές εκδηλώσεις;
Η απάντηση από το Υπουργείο Μετανάστευσης ήταν νηφάλια αλλά αιχμηρή: «Όταν ένας πολιτικός επιλέγει να μετατρέψει έναν προστατευόμενο από ευαίσθητη δομή σε πολιτικό όχημα, δεν υπηρετεί την αλληλεγγύη, αλλά την υπονομεύει».
Η πολιτική σημειολογία της Νέας Αριστεράς
Το επεισόδιο εντάσσεται σε μια στρατηγική της Νέας Αριστεράς να αναζητήσει διακριτή ορατότητα και ρόλο στη νέα πολιτική γεωγραφία. Η επιλογή να στηριχθεί στο σύμβολο της Παλαιστίνης ενέχει συναισθηματική και ιδεολογική φόρτιση: διεθνιστική, αντιπολεμική, αλληλέγγυα.
Ωστόσο, η υπέρβαση του θεσμικού πλαισίου αποδυναμώνει το μήνυμα. Ο προστατευόμενος μετατρέπεται σε μέσο πολιτικής διαμαρτυρίας, και το ανθρώπινο στοιχείο γίνεται εργαλείο σκηνοθετημένου εντυπωσιασμού.
Η κυβέρνηση, μέσω του Θάνου Πλεύρη, επέλεξε ψύχραιμη και θεσμική αντίδραση: όχι πόλωση, όχι επίθεση, αλλά υπενθύμιση ότι το κράτος δικαίου δεν μπορεί να μετατρέπεται σε πλατό πολιτικών performance.
Η παρέμβαση Φερχάτ και το άνοιγμα στη μειονότητα
Αξιοσημείωτη ήταν η παρέμβαση του Φερχάτ Οζγκιούρ, στελέχους της Νέας Αριστεράς, που μιλώντας προς το κοινό της μουσουλμανικής μειονότητας δήλωσε:
«Το αίτημα εκ μέρους μας για συμμετοχή και συνοδεία της κοινοβουλευτικής μας ομάδας στην εκδήλωση για την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στη Χώρα μας από έναν πρόσφυγα Παλαιστίνιο πατέρα που είναι κηδεμόνας παιδιού που νοσηλεύεται στη χώρα μας, σε μια κίνηση υψηλού συμβολισμού όσον αφορά την αλληλεγγύη μας στον σκληρά δοκιμαζόμενο λαό της Γάζας δεν έγινε δεκτό. Αποχωρήσαμε με πρωτοβουλία του προέδρου μας Αλέξη Χαρίτση, τονίζοντας ότι στη δική μας έννοια της Δημοκρατίας εμείς στεκόμαστε στο πλευρό των αδύναμων, κατατρεγμένων ανθρώπων, των θυμάτων πολέμου και βίας».
Η δήλωση ανοίγει δίαυλο προς τη μειονότητα, μιλώντας στη γλώσσα των συμβολισμών, της ταύτισης και του υπαινιγμού περί «επιλεκτικής συμπερίληψης». Είναι σαφές ότι η Νέα Αριστερά επιχειρεί να εδραιώσει πολιτικό ακροατήριο εντός της μειονότητας, αξιοποιώντας διεθνή σύμβολα όπως το Παλαιστινιακό ζήτημα, ενδεχομένως σε συνδυασμό με τη φιλοτουρκική επιρροή που ασκείται από άλλες δομές.
Συμπέρασμα: Όταν οι ευάλωτοι γίνονται εικόνα
Η ουσία του ζητήματος δεν αφορά μόνο τη δεξίωση στο Προεδρικό. Αφορά το πώς αντιλαμβανόμαστε την αλληλεγγύη, τους θεσμούς και τα όρια της πολιτικής αξιοποίησης ανθρώπων που βρίσκονται υπό κρατική προστασία. Και κυρίως: πώς μια πράξη με επίφαση ανθρωπισμού μπορεί, εν αγνοία των ίδιων των προστατευομένων, να τους εντάξει σε ένα πολιτικό σενάριο που δεν τους ανήκει.
Η πολιτική της εικόνας έχει όρια. Η αλληλεγγύη δεν είναι εργαλείο προβολής. Και οι άνθρωποι δεν είναι σκηνικά. Αν κάτι οφείλουμε να τιμήσουμε στην αποκατάσταση της Δημοκρατίας, είναι τον σεβασμό στους ευάλωτους — χωρίς κάμερες, χωρίς εκμετάλλευση, χωρίς θεατρινισμούς.