Σε τι αποσκοπεί ο “γλωσσικός εθνικισμός” των τουρκοφρόνων Εγκαθέτων;

 

Σε παλαιότερα κείμενά μας έχουμε επισημάνει πώς η γλώσσα αποτελεί εκ των βασικών παραμέτρων  του “πολιτιστικού εθνικισμού” τον οποίον υπηρετούν οι θιασώτες των παραλλήλων εκπαιδευτικών δομών του τουρκικού παρακράτους στην Θράκη. Είναι οι ίδιοι που και σήμερα εξαπολύουν ανθελληνική προπαγάνδα με αφορμή την Διεθνή Ημέρα Μητρικής Γλώσσας.

Ως γνωστόν η ημέρα αυτή καθιερώθηκε από τον ΟΗΕ με στόχο την προώθηση της γλωσσικής και πολιτισμικής πολυμορφίας και της πολυγλωσσίας. Σήμερα,
τουλάχιστον το 43% των περίπου 6000 γλωσσών που μιλιούνται στον κόσμο, κινδυνεύουν. Μόνο μερικές εκατοντάδες γλώσσες έχουν πραγματικά μια θέση στα
εκπαιδευτικά συστήματα και στον δημόσιο τομέα και λιγότερες από εκατό χρησιμοποιούνται στον ψηφιακό κόσμο.

Τί θέλουν να αποκρύψουν οι Εγκάθετοι;

Θα ήταν άσκοπο να προσπαθήσει κάποιος ν’ασχοληθεί με πρακτικές αντι-προπαγάνδας. Ωστόσο πρέπει να επισημάνουμε ότι:

 1.στην περίπτωση της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης έχουμε να κάνουμε με μια τρισδιάστατη γλωσσική κοινωνία αποτελούμενη από α) δύο
γηγενείς γλωσσικές μειονότητες, των οποίων η γλώσσα δεν είναι η επίσημη κανενός κράτους, δηλαδή όσους μιλούν Πομακικά και όσους μιλούν Ρομανί. και β) μια
γηγενή γλωσσική μειονότητα, της οποίας η γλώσσα είναι η τουρκική και ταυτόχρονα είναι επίσημη γλώσσα γείτονος χώρας.

 2. στην Ελλάδα εφαρμόζονται τα ισχύοντα και τα προβλεπόμενα από την Συνθήκη της Λωζάννης. [Δεν παραβλέπουμε τα εφήμερα  ελληνοτουρκικά μορφωτικά πρωτόκολλα (1951 και 1968) που υπεγράφησαν χάριν της συνοχής του ΝΑΤΟ και του καλού κλίματος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και ενώπιον του κινδύνου του βουλγαρικού κομμουνισμού. ]

 3.στην Ελλάδα, ως μέλος της ΕΕ, εφαρμόζεται μια ολοκληρωμένη προσέγγιση  της διδασκαλίας και εκμάθησης γλωσσών με έμφαση στην σημασία της
αναγνώρισης της γλωσσικής πολυμορφίας στα σχολεία, μεταξύ άλλων όσον αφορά τις μειονοτικές γλώσσες ή τις γλώσσες των μεταναστών, και προσφέρει
μια ολοκληρωμένη προσέγγιση για τη βελτίωση της γλωσσικής εκπαίδευσης στα σχολεία

 4. πρέπει να επισημανθούν και τα έργα που προωθούν τη χρήση και την εκμάθηση μικρότερων γλωσσών μέσω του Erasmus+, η οποία επιτρέπει την
ανάπτυξη, τη μεταφορά και την εφαρμογή καινοτόμων πρακτικών διδασκαλίας και μάθησης και την ανταλλαγή εμπειριών.

5. Οφείλουμε να υπενθυμίσουμε ότι μέσω του προγράμματος για την γλωσσική «Εκπαίδευση των παιδιών της μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη» από το 1997 έως το 2012 (4 δράσεις στο πλαίσιο του έργου  1ου ΕΠΕΑΕΚ του Ε.Κ.Π.Α. (1997-2019), με σκοπό τη βελτίωση της ελληνομάθειάς και την ανάλογη παραγωγή νέων βιβλίων για το ελληνόγλωσσο πρόγραμμα των μειονοτικών σχολείων.) τα εκπαιδευτικά δεδομένα άλλαξαν ως εξής: από 1.501 οι μαθητές γυμνασίου έγιναν 2.750 (αύξηση 163%), από 547 οι μαθητές λυκείου έγιναν 2.750 (αύξηση 402%), τα κορίτσια της μειονότητας πλησίασαν τον εθνικό μέσο όρο στα γυμνάσια και λύκεια και κάπου 500 (493) παιδιά της μειονότητας μπήκαν σε ελληνικά πανεπιστήμια και ΤΕΙ. [τα στοιχεία χρήζουν επικαιροποίησης]. Τα παραπάνω στοιχεία έχουν αξία αν τα δούμε συγκρικτικά με τις εποχές προ “θετικών διακρίσεων” όταν το 65% των παιδιών της μειονότητας δεν τελείωνε το υποχρεωτικό σχολείο, και συμμετείχε στην επαγγελματική πραγματικότητα χωρίς απολυτήριο γυμνασίου αφού ο εθνικός μέσος όρος όσων δεν τελείωναν το γυμνάσιο ήταν 7% και για τη μειονότητα 65%.

7. Ως προς το αίτημα για ίδρυση “δίγλωσσων νηπιαγωγείων” η Ελληνική Πολιτεία δεν επιβαρύνεται με κάποια συμβατική υποχρέωση περί ίδρυσης μειονοτικών νηπιαγωγείων. Ωστόσο στο πλαίσιο της υποχρεωτικότητας της προσχολικής αγωγής αλλά και της ισονομίας και ισοπολιτείας, ίδρυσε στους περισσότερους μειονοτικούς οικισμούς νέα νηπιαγωγεία, με σκοπό να εκπληρώσει έναν ευρύτερης σημασίας αντισταθμιστικό ρόλο, προετοιμάζοντας τους μαθητές για τη σχολική σταδιοδρομία. Από εκπαιδευτικής πλευράς, η λειτουργία δίγλωσσων νηπιαγωγείων με δύο αναλυτικά πρόγραμμα που αποτελούν λογική κατακερματισμού σχολείου, αποτελεί παιδαγωγική αντίληψη και διδακτική πρόταση παρωχημένη.Άλλωστε ως Έλληνες Πολίτες οφείλουμε πρωτίστως να ενστερνιστούμε τον πολιτισμό, τη γλώσσα, τους κανόνες και τους νόμους τη χώρας που ζούμε και είμαστε πολίτες παράλληλα με σεβασμό των πολιτιστικών ιδιαιτεροτήτων και ετεροτήτων.

8. Τέλος, την ίδια την απάντηση δίνουν τα μέλη της Μειονότητας, καθώς διαχρονικά οι  μουσουλμάνοι Έλληνες γονείς συνειδητοποιούν πλέον το πρόβλημα και στρέφουν, όταν μπορούν τα παιδιά τους προς τα δημόσια σχολεία. Έτσι, η συμμετοχή των μουσουλμάνων στη δημόσια εκπαίδευση παρουσιάζει διαρκώς εντυπωσιακά αυξητικές τάσεις μετά το 1990 . Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι το 2010 η φοίτηση των μουσουλμανοπαίδων σε δημόσια σχολεία  ήταν σχεδόν εξαπλάσια – 5,65 φορές – σε σχέση με το 1990. Τα τελευταία χρόνια παρατηρήθηκε αύξηση της συμμετοχής των μουσουλμάνων μαθητών στα δημόσια σχολεία και μεγαλύτερη συμμετοχή των κοριτσιών στη δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια εκπαίδευση. Σήμερα στη Θράκη λειτουργούν 311 δημόσια δημοτικά σχολεία, όπου φοιτούν 15.250 μαθητές (από 16.455 το 2020) ανεξαρτήτως θρησκεύματος. Ταυτόχρονα, με βάση τη συνθήκη της Λωζάννης και τα σχετικά μορφωτικά πρωτόκολλα, λειτουργούν 90 μειονοτικά δημοτικά σχολεία (47 στη Ροδόπη, 34 στην Ξάνθη και 9 στον Έβρο), όπου φοιτούν 3.255 μαθητές (από 4.542 το 2020). Το κράτος χρηματοδοτεί τα μειονοτικά σχολεία και 2 Μεντρεσέδες (ιεροσπουδαστήρια), επαρκή για να καλύψουν τη ζήτηση για εγγραφές.

Για τους παρατηρητές των συμβάντων στην Θράκη, καλό είναι ν’αντιληφθούν ότι η παρακρατική σέκτα του μειονοτικού παραϊερατείου προσπαθεί να επεκτείνει με
κάθε τρόπο την επιρροή της σε (αρκετές) περιοχές που η επιρροή του (μέσω του ακροδεξιού ισλαμοφασιστικού ΚΙΕΦ/DEB) κυμαίνεται μεταξύ 5-25% (ανάμεσά σε
αυτές εντάσσονται και οικισμοί με Πομάκους και Ρομά).

Αυτός είναι ο λόγος που η παρακρατική σέκτα του μειονοτικού παραϊερατείου του Τουρκικού Προξενείου ανθίσταται στην κοινωνική χειραφέτηση της Μειονότητας!

Παρακολουθείστε τα προπαγανδιστικά βίντεο του DEB/ΚΙΕΦ

 

Facebook
Twitter
Email